
Πριχού δύσει ο ήλιος λύνουμε και σαλπάρουμε για την Σύρο, τον τελευταίο σταθμό του πρώτου μέρους του ταξιδιού μας.
Το πρωί-πρωί ήρθε ο βενζινάς και μας γέμισε πετρέλαιο. Αμέσως μετά ο νερουλάς με το βυτίο του μας γέμισε νερό. Αργότερα ρωτώντας βρίσκουμε ηλεκτρολόγο ο οποίος έρχεται βλέπει τον δυναμό, τον λύνει, τον παίρνει στο μαγαζί του τον επισκευάζει, τον φέρνει στο σκάφος και τον ξαναμοντάρει, όλα δουλεύουν τώρα ρολόι. Το δελτίο που είχαμε επιβάλλει στην χρήση ηλεκτρικού ρεύματος καταργείται και το πλήρωμα είναι ευτυχές που θα μπορεί να ανάβει φώτα το βράδυ. Ο καπετάνιος είναι ευτυχής που δεν θα διασχίσει το μισό Αιγαίο χωρίς φώτα πορείας.
Θα θέλαμε να ξοδέψουμε περισσότερο χρόνο στην Χίο, αλλά δεν μας παίρνει, ο καιρός χαλάει. Αν δεν χρησιμοποιήσουμε το διάλειμμα που κάνει τώρα ο καιρός, θα αφήσουμε τα κόκαλά μας εδώ στην Χίο για πάντα, ή τουλάχιστον μέχρι τον Σεπτέμβριο.
...
(Εγώ, η Νίκη, νοιώθω ένα σφίξιμο μεγάλο, γι αυτόν τον μύθο που λέγεται Αιγαίο, και Κυκλάδες και στενά που σουρώνει ο αέρας και στενά Άνδρου-Τήνου και στενά Τήνου-Μυκόνου και μια ανησυχία για το ταξίδι. Και το ταξίδι αρχίζει και είναι ένα μαγευτικό ηλιοβασίλεμα στα βουνά της Χίου και μια αχλή απέναντι στη Μικρά Ασία και ένα φεγγάρι μικρό κρεμασμένο ψηλά, κι όλα αυτά δεν με καταπραΰνουν, έως ότου η Βιβή που καταλαβαίνει την ανησυχία μου αρχίζει να τραγουδάει πολύ σιγά στην αρχή όλα τα τραγούδια που ξέρει για το φεγγάρι, για τη θάλασσα και τα αστέρια. Και η φωνή της ξεδιπλώνεται και φτάνει μέχρι βαθειά-βαθειά στο σημείο ανησυχίας μου και το ηρεμεί και το υποχρεώνει να δει πόσο γλυκά ήταν όλα. Κι έτσι φτάσαμε και περάσαμε τα στενά κι αντικρίσαμε με την ανατολή τη Σύρο. Κάτι σαν τον Οδυσσέα που έβλεπε την Ιθάκη του. Είχαμε διασχίσει το ΑΙΓΑΙΟ...)
...

...
Ο καιρός σιγά σιγά εξελίσσεται στην πιο σφοδρή μπουνάτσα όλων των εποχών, σπάζοντας νέο ιστορικό ρεκόρ τέλειας άπνοιας στο Αιγαίο. Οι φόβοι, οι φοβίες, οι ανησυχίες υποχωρούν ατάκτως ντροπιασμένες και την θέση τους παίρνει σαν συναίσθημα μια γλυκιά νύστα. (Είναι η νύστα συναίσθημα; Αν όχι θα έπρεπε, τουλάχιστον μερικά συναισθήματα τα νικάει).
Μας κρατάνε ξύπνιους τα μεγάλα καράβια με τα οποία διασταυρωνόμαστε. Μετράμε γωνίες, ψάχνουμε το κόκκινο, το πράσινο φως τους, υπολογίζουμε αν θα περάσουν από μπρος ή πίσω μας. Κατά τα άλλα η νύχτα κυλάει υγρή και ήσυχη.

Η εικόνα της Ερμούπολης μαγική με το φως της ανατολής. Με το που δένουμε στην μαρίνα, δυόμιση λεπτά αργότερα ξεσπάει ένας αέρας από 6 έως 8 μποφόρ που κρατάει έως τώρα (29/07) και πρόκειται να κρατήσει άλλες τρείς μέρες όπως λέει το δελτίο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου