Χθές το βράδυ εγκαίνια της αναδρομικής έκθεσης της Μαρίας Φιλοπούλου στις αποθήκες του τελωνείου στην Ερμούπολη (Πινακοθήκη κυκλάδων).
Στο τσακ προλάβαμε τον δήμαρχο που άρχισε την ομιλία του με λίγα λόγια για την δημιουργό, την ευχαρίστησε που ήρθε, λίγα λόγια για εμάς τον δήμο που είμασταν καλοί και την καλέσαμε και μετά ... μετά άρχισε να ευχαριστεί όλους τους κύριους επώνυμους που παρεβρίσκονταν στην εκδήλωση. Αναφορά του ονόματος, αναπνοή από τον κύριο δήμαρχο, τρία κλαπ-κλαπ-κλαπ σποραδικού χειροκροτήματος από το κοινό, επόμενο όνομα, αναπνοή, κλαπ-κλαπ-κλαπ, όνομα, αναπνοή, κλαπ-κλαπ-κλαπ.
Όταν τελείωσε ο δήμαρχος με τον μακρύ κατάλογο του, άρχισε η κυρία εκπρόσωπος χορηγός, και αυτή κατέληξε με τον ίδιο τρόπο ευχαριστώντας: Εκφορά ονόματος, αναπνόη, κλαπ-κλαπ-κλαπ. Μετά μιά άλλη κυρία, που αυτή δεν θυμάμαι τι ήτανε, κριτικός τέχνης νομίζω, κάτι είπε και αυτή εγώ δεν πρόσεχα, αλλά και αυτή κατέληξε με την γνωστή άσκηση. Όνομα, αναπνοή, κλαπ-κλαπ-κλαπ.
Κάπου ανάμεσα ο δήμαρχος γεμάτος αγωνία παρεμβλήθηκε ξανά, για να ευχαριστήσει και ένα ακόμα κομάτι από κάποιους, που είτε είχανε έρθει καθυστερημένοι αλλά τους είχαμε συγχωρέσει εμείς, είτε τους ξεχάσαμε να τους αναφέρουμε στην αρχή αλλά μας είχανε συγχωρέσει αυτοί. Όνομα, αναπνοή, κλαπ-κλαπ-κλαπ.
Γενικώς μεγάλη αγωνία να αναφερθούν όλα τα ονόματα όλων των σημαντικών ανθρώπων ώστε να εισπράξει καθείς τα τρία κλαπ που εδικαιούτο, ώστε να μην ξυνίσει η μούρη του, ώστε να μας κάνει την τιμή να μας έρθει και του χρόνου, ώστε να παρασύρει η παρουσία του και ένα αδιευκρίνιστο αριθμό από κοινούς θνητούς, ώστε να διατηρηθεί και επαυξηθεί το κύρος των εκδηλώσεων, ώστε, ώστε. Όλα τα ώστε κατανοητά και θεμιτά.
Στο τέλος λίγα λόγια από την ζωγράφο, που δεν άκουσα τι είπε, αλλά και αυτή όσο συμπαθής και αν ήταν δεν μπόρεσε να αποφύγει το φινάλε με τα ονόματα, τις αναπνοές, και τα κλαπ-κλαπ-κλαπ.
Τέλος των ομιλιών. Οι εισπράξαντες τα κλαπ-κλαπ-κλαπ, οι κλαπακωμένοι ας τους πούμε, με τα τρία κλαπ τους ο καθένας καρφιτσωμένα στο στήθος σαν παράσημα, τελείως μα τελείως δημοκρατικά περιφέρονται ανάμεσα σε όλους εμάς τους ακλαπάκωτους χαζολογόντας. Είχε και μπουφέ, το άσπρο κρασί τελείωσε πρώτο, τα σαντουιτσάκια ήταν φρέσκα και ωραία, τα πιροσκί λίγο ξερά.
Μερικοί είχανε το χρόνο να ρίξουν μια κλεφτή ματιά στα έργα, οι περισσότεροι δείχναν να το αποφεύγουν, ίσως να σκεφτότανε τι θα σκεφτούν οι άλλοι, μα καλά δεν τα έχεις δει, είναι παλιά αυτά, εγώ τα έχω δει, γιατί ήρθες τότε ρε για να δούμε εσένα;
Εγώ ευτυχώς δεν είχα δει τίποτα από τα έργα και πολύ το χάρηκα που τα είδα για πρώτη φορά, και γύρισα όλη την έκθεση και τα είδα ένα προς ένα, όσο πιο ξενδιάντροπα μπορούσα.

Το έργο της Μαρίας Φιλοπούλου αντιστάθηκε με θαυμαστό τρόπο σε όλες τις επιθέσεις της εφημεροασημαντότητας που δέχτηκε. Λαμπρό φωτεινό, καθάριο, ρωμαλέο και υδάτινο έστεκε πάνω από όλους εμάς τους μικρομέγαλους ανωνυμοεπώνυμους, μας έβγαζε την γλώσσα και μας χλεύαζε. Ήξερε βέβαια το προφανές, ότι και να είχε λεχθεί είχε πολλή μικρότερη σημασία από το έργο το ίδιο. Το έργο σίγουρα το ήξερε.
Όταν αργά το βράδυ κατάφερε να μας ξεφορτωθεί, όταν σκόρπισε ο συμφερτός, όταν έσβησαν τα φώτα της έκθεσης, έμεινε εκεί μόνο του στις παλιές αποθήκες του τελωνείου να τις φωτίζει με το ασπρογάλαζο φως του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου